Είναι γνωστό ότι ένα σημαντικό τμήμα ενεργών πολιτών αντιμετωπίζει πρόβλημα ουσιαστικής πολιτικής εκπροσώπησης, και συνολικά και σε τοπικό επίπεδο. Το πρόβλημα εμφανίζεται ιδιαίτερα οξύ στις τοπικές κοινωνίες (και στη Βοιωτία), όπου το τοπικό πολιτικό προσωπικό εμφανίζεται από ανεπαρκές έως ανίκανο να υποστηρίξει τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των πολιτών και να συμβαδίσει με τις διαθέσεις του. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, εμφανίζεται διαβρωμένο και υποτακτικό, απέναντι στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που δρουν στο νομό μας.
Από την άλλη πλευρά, πρωτοβουλίες – “κινήματα πολιτών” (με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της “Συμπαράταξης Βοιωτών για το περιβάλλον”) καταφέρνουν, σε πολλές περιπτώσεις και για συγκεκριμένα ζητήματα, να προβάλλουν σαν η μοναδική δύναμη ουσιαστικής πολιτικής παρέμβασης και υπεράσπισης των πολιτών. Το γεγονός αυτό, φοβάμαι ότι, μερικές φορές, δημιουργεί τη λαθεμένη εντύπωση ότι οι κοινωνικές πρωτοβουλίες μπορούν να υποκαταστήσουν το κενό της πολιτικής εκπροσώπησης, με αποτέλεσμα να φορτώνονται ένα βάρος που, σε “κανονικές” συνθήκες, δεν τους ανήκει. Και που αν επιχειρήσουν να το αναλάβουν, υπό πίεση, θα χάσουν πολλά πράγματα από τη δυναμική, την πολυχρωμία, τον αυθορμητισμό και την αυθεντικότητά τους.
Η λογική αυτή εκφράστηκε και σε πρόσφατη παρέμβαση συναγωνιστή μας, στην οποία επιχειρεί να αποστασιοποιηθεί, και σωστά, από την αντίληψη των απολίτικων κινημάτων. Στην παρέμβαση αυτή, γίνεται λόγος για “ανάγκη για σαφέστερη διατύπωση της πολιτικής πρότασής της. Ότι, δηλαδή, το κίνημα που εκπροσωπεί η ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗ είναι πολιτικό και όχι «απολίτικο», οικολογικό κίνημα και έχει πανδημοκρατικό χαρακτήρα και αριστερή ενωτική πρόταση”. Με αφορμή αυτήν την παρέμβαση, θα ήθελα να καταθέσω τις δικές μου σκέψεις:
1. Όταν αναφερόμαστε σε κοινωνικά κινήματα δεν εννοούμε ασφαλώς τα υποκατάστατα - παρατάξεις των πολιτικών κομμάτων στις επιμέρους δράσεις (περιβάλλον, συνδικαλισμός, ενέργεια κλπ.). Αναφερόμαστε σε πρωτοβουλίες που ξεκινούν από τα κάτω, από πραγματικό ενδιαφέρον των πολιτών για την επίλυση συγκεκριμένων ζητημάτων, εξασφαλίζουν πλατιά συμμετοχή, αποκτούν συνεκτικούς στόχους και, κυρίως, έχουν αντοχή στο χρόνο. Η αναζήτηση και ο προσδιορισμός των βαθύτερων αιτιών των προβλημάτων είναι αυτά που χαρακτηρίζουν το βαθμό, αλλά και το εύρος της πολιτικοποίησης των επιμέρους κινημάτων. Είναι αυτονόητο, ότι η φυσική πολιτικοποίηση των κινημάτων, μέσα από τις ίδιες τις εμπειρίες και την πολιτική ωρίμανση αυτών που συμμετέχουν, είναι κάτι που πρέπει και να προβληματίζει και να επιδιώκεται.
2. Στην περίπτωση της Συμπαράταξης, αν τα παραπάνω είναι σωστά, οι πρωτοβουλίες που εκφράζει απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν κίνημα. Θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια, σε βάθος χρόνου, για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Το γεγονός ότι η Συμπαράταξη έχει την πρωτοβουλία σε μια σειρά ζητήματα, είναι προϊόν της ανικανότητας και της ανεπάρκειας του πολιτικού δυναμικού του νομού, κυρίως των κομμάτων εξουσίας, αλλά όχι μόνο, και όχι του δεδομένου πολιτικού ρόλου που παίζει ή μπορεί να παίξει η ίδια. Και δεν είναι αλήθεια, φυσικά, πως υφίσταται πολιτική πρόταση της Συμπαράταξης. Ας είμαστε πιο προσγειωμένοι και ας μην κοιτάμε τον ίσκιο μας και νομίζουμε ότι γίναμε γίγαντες.
3. Ο ρόλος των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων και αυτών των κοινωνικών κινημάτων, αν και δεν χωρίζονται με σινικά τείχη, είναι απολύτως διακριτός. Και σε ότι αφορά το περιεχόμενο και σε ότι αφορά τη διαδικασία.
· Τα πολιτικά κόμματα ξεκινούν από μια ενιαία πολιτική αντίληψη, που, συνήθως, έχει αναφορά και σε κάποιο κλειστό ιδεολογικό σχήμα. Με βάση αυτήν την αντίληψη προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα επιμέρους φαινόμενα και να προτείνουν λύσεις. Ιδιαίτερα τα κόμματα που εμπλέκονται ή προσβλέπουν στην εμπλοκή τους με τη διαχείριση της εξουσίας είναι αναγκασμένα να κάνουν συμβιβαστικές επιλογές, καθώς πρέπει να ισορροπήσουν ανάμεσα στα συμφέροντα της πλειοψηφίας της κοινωνίας και των διαφόρων μορφών του κεφαλαίου.
· Τα κοινωνικά κινήματα, αντίθετα, ξεκινούν από επιμέρους ζητήματα, επικεντρώνουν, σε πρώτη φάση, στο άμεσο αποτέλεσμα, και γι αυτό έχουν πολιτική ποικιλομορφία, προσεγγίζουν τις αιτίες των προβλημάτων μέσα από την ίδια τους την εμπειρία, εκφράζουν πιο αυθεντικά το συμφέρον τους, χωρίς μεσολαβήσεις, δίνουν το δικό τους πολιτικό στίγμα στις διεκδικήσεις τους, που, πάλι όμως, κινείται στο πλαίσιο της ιδιαίτερης θεματικής τους.
4. Τα κινήματα των πολιτών, κατά συνέπεια, αν θέλουν να αποτελέσουν πλειοψηφικά ρεύματα στις τοπικές κοινωνίες, και όχι μικρές ομάδες πρωτοπόρων πολιτικών ακτιβιστών, δύσκολα θα φτάσουν στη διατύπωση συνολικής πολιτικής πρότασης. Τουλάχιστον, σαν μεμονωμένες συλλογικότητες. Το αντίθετο θα μπορούσε να συμβεί, μόνο μέσα από την ουσιαστική συνάντηση με άλλα κοινωνικά κινήματα και μια βασανιστική προσπάθεια σύγκλισης στόχων και επιδιώξεων. Μιλάμε για μια συνάντηση στην οποία δεν θα προσέλθει η κάθε πλευρά με μια συνολική πολιτική πρόταση για διαπραγμάτευση, αλλά με την ιδιαιτερότητα των επιμέρους επεξεργασιών σε μια προσπάθεια σύνθεσης.
5. Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, θα μπορούσε να ανοίξει ένας δρόμος συμπόρευσης κοινωνικών κινημάτων και εκείνων ή εκείνης της πολιτικής δύναμης που θα αποδείξει στην πράξη ότι μπορεί να εκφράσει πολιτικά τα κοινωνικά κινήματα. Αναφέρομαι σε συμπόρευση και όχι σε εκχώρηση της πολιτικής εκπροσώπησης ή εξάρτηση από κανένα κόμμα. Τα κοινωνικά κινήματα πρέπει να έχουν την ελευθερία της κριτικής, απέναντι σε οποιασδήποτε μορφής εξουσία. Στην αντίθετη περίπτωση θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για νέες ήττες και οπισθοχωρήσεις (μια αναφορά στον υπαρκτό σοσιαλισμό, αλλά και στην πρόσφατη δική μας εμπειρία της διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ, αρκεί)
6. Την αναφορά στα αριστερά χαρακτηριστικά, που πρέπει να αποκτήσει η Συμπαράταξη, για τους παραπάνω λόγους τη βρίσκω ατυχή. Πρώτο, γιατί τα αριστερά χαρακτηριστικά προϋποθέτουν συμφωνία σε μια γενικότερη κοσμοαντίληψη, πράγμα που δεν το θεωρώ εφικτό, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση. Δεύτερο, γιατί παραπέμπει στην υπαρκτή πραγματικότητα της αριστεράς στη χώρα μας και στο νομό μας (σε όλες τις εκδοχές της), που δεν έχει δείξει ικανή να εκπροσωπήσει πολιτικά, αυτές, έστω, τις πρωτοβουλίες που έχουμε αναλάβει μέχρι τώρα. Τρίτο, γιατί ένα καθόλου ευκαταφρόνητο κομμάτι της Συμπαράταξης είναι έξω από τη λογική “αριστεράς” - “δεξιάς” κλπ. Και δεν είναι το πιο συντηρητικό κομμάτι της, ούτε μπορεί να χρεωθεί σε μια κατηγοριοποίηση που ούτε την επέλεξε, ούτε την υιοθετεί.
7. Η Συμπαράταξη, όπως και οι άλλες κοινωνικές πρωτοβουλίες, δεν πάσχουν, κυρίως, από πολιτικούς προσδιορισμούς, αλλά από το βάθος της δράσης τους, τη συστηματική ενασχόληση με τα κοινά και την καθημερινή επαφή με τους συμπολίτες μας. Και τα πολιτικά χαρακτηριστικά θα τα αποκτήσει, όχι με ατέρμονες συζητήσεις ιδεολογικού χαρακτήρα, αλλά μέσα από την καθημερινή πολιτική και δημοκρατική εκπαίδευση του καθενός μας στους αγώνες. Και ούτε υπάρχει ανάγκη να τα προδιαγράψουμε. Πρώτιστη προτεραιότητα θεωρώ την καλλιέργεια δεσμών αλληλέγγυας δράσης με κάθε ενεργό πολίτη του νομού και πρωταρχικής σημασίας στοιχείο το να καταφέρνουμε να πετυχαίνουμε μικρές ή μεγαλύτερες καθημερινές νίκες στα ζητήματα που μας απασχολούν. Το βλέμμα στην κοινωνία, λοιπόν, και όχι στον αφαλό μας.
8. Σε κάθε περίπτωση, για τους ανυπόμονους υπάρχει και το πεδίο της “καθαρόαιμης” πολιτικής. Το γεγονός ότι, σε αυτή τη συγκυρία, η Συμπαράταξη έχει δημιουργήσει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για διάλογο και δράση δεν δικαιολογεί, νομίζω, το γεγονός να της φορτώνουμε όλες μας τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς. Από τα κτήματα που διεκδικεί η εκκλησία, μέχρι την ανατροπή του καπιταλισμού. Ας την αφήσουμε να αναπνεύσει ελεύθερα και να δείξει, στην πράξη, μέχρι που μπορεί να φτάσει. Στο κάτω – κάτω, όπως λέει και ένα τραγούδι του Κηλαηδόνη: “εμείς αντέξαμε τόσα και τόσα, δεν θα μας τρομάξει τώρα ο καπιταλισμός”.
29/11/2008
Τάσος Κεφαλάς