Του Τάσου Κεφαλά (αναδημοσίευση)
Όταν, πριν από λίγες μέρες, ο κ. Χατζηδάκης ανακοίνωνε την ακύρωση του σχεδίου εγκατάστασης μονάδων λιθάνθρακα, έκλεινε και ένα κεφάλαιο ενός σκληρού αγώνα, που ξεπέρασε τα τοπικά όρια των περιοχών στις οποίες επρόκειτο να στηθούν. Έκλεισε, φυσικά, με ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα, ορατό “διά γυμνού οφθαλμού”.
Αποτράπηκε ο πολλαπλασιασμός και η διασπορά του λιγνιτικού μοντέλου. Αμφισβητήθηκαν βασικά στοιχεία του ενεργειακού σχεδιασμού. Αποδείχτηκε, με τον πιο εμφαντικό τρόπο, ότι τα επιμέρους κοινωνικά κινήματα μπορούν να αποτρέπουν ακόμη και κομβικές επιλογές των κεντρικών σχεδιασμών. Αυτές τις στιγμές της συλλογικής ικανοποίησης αξίζει να δει κανείς εις βάθος το πραγματικό διακύβευμα αυτής της αντιπαράθεσης.
Από τη μεριά των οικονομικών συμφερόντων στον χώρο της ενέργειας, η επιλογή του λιθάνθρακα αντιπροσώπευε ένα νέο πεδίο δραστηριότητας και κερδοφορίας, με τη χρήση μιας πρώτης ύλης που -σε μια ορισμένη περίοδο και χωρίς τη συνεκτίμηση του εξωτερικού κόστους- φαινόταν φθηνή και σε επάρκεια.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε, φυσικά, πως η επιθετική αυτή τάση βρήκε, και βρίσκει, εύφορο έδαφος στο καθεστώς της πλήρως απελευθερωμένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και στην απουσία ισχυρής πολιτικής αμφισβήτησής της.
Από τη μεριά των διαχειριστών της εξουσίας αντιπροσώπευε μια “εύκολη” λύση, στην πεπατημένη της λογικής της υπερχρήσης των ορυκτών καυσίμων, σε περιοχές, ήδη, επιβαρυμένες περιβαλλοντικά, μια λύση που θα έδινε παράταση στην εφαρμογή ουσιαστικών πολιτικών εξοικονόμησης ενέργειας και η οποία θα “κουκούλωνε” αυτό που γνωρίζουν, πλέον, και τα μικρά παιδιά.
Το αδιαμφισβήτητο, δηλαδή, γεγονός ότι η παραγωγή και χρήση της ενέργειας είναι άμεσα συνδεδεμένη με το υφιστάμενο κοινωνικο–οικονομικό καθεστώς, με τις αξίες και τα πρότυπά του, με τα ίδια τα πολιτιστικά του χαρακτηριστικά σε τελευταία ανάλυση.
Για όσους αντιστάθηκαν (οι τοπικές κοινωνίες με μαζικότητα και βαθμό συσπείρωσης πρωτόγνωρο, συλλογικότητες ευαισθητοποιημένων πολιτών απʼ όλη την Ελλάδα, περιβαλλοντικές οργανώσεις και τμήμα του πολιτικού δυναμικού της χώρας), η επιλογή του λιθάνθρακα αντιπροσώπευε την άμεση ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας, της ελευθερίας των οικονομικών και κοινωνικών επιλογών απέναντι στη “μονοκαλλιέργεια” και την εξάρτηση ολόκληρων περιοχών από το κάρβουνο (όπως συμβαίνει στις λιγνιτικές περιοχές).
Πολύ γρήγορα ενσωμάτωσαν προβληματισμούς και αμφισβητήσεις που συνδέονται με πανεθνικά και οικουμενικά προβλήματα (δεσμεύσεις στις εκπομπές ρύπων, κλιματική αλλαγή κ.λπ.), ενώ ένα μεγάλο μέρος αυτού του δυναμικού άρχισε να μιλά καθαρά για τον ενεργειακό σχεδιασμό, για τη χωροταξία και για το μοντέλο “ανάπτυξης”.
Πάνω απʼ όλα, όμως, διεκδίκησαν το δικαίωμα να έχουν αποφασιστικό λόγο για όσα τους αφορούν, σε μικρότερη ή μεγαλύτερη κλίμακα. Ο τρόπος, αλλά και ο ραγδαίος ρυθμός, ανάπτυξης αυτής της συλλογικής αντίδρασης ήταν πρωτοφανής. Για όσους έζησαν από τα μέσα αυτό το κίνημα αντίστασης, οι παραλληλισμοί με την πρόσφατη εξέγερση του Δεκέμβρη είναι κάτι περισσότερο από έντονοι.
Με βάση τα παραπάνω, το ερώτημα που (ξανα)τίθεται είναι: Ποιο είναι το μακροπρόθεσμο όφελος από την αναμέτρηση που προηγήθηκε;
Είναι δεδομένο ότι για πρώτη φορά τα ζητήματα της ενέργειας πήραν τόσο μεγάλη έκταση και για πρώτη φορά αμφισβητήθηκαν, στην πράξη και στη θεωρία, κεντρικές ενεργειακές επιλογές. Υπάρχουν, συνεπώς, οι προϋποθέσεις για μια ουσιαστικότερη παρέμβαση στο συνολικό ενεργειακό πρόβλημα. Καθώς, όμως, το ζήτημα του ενεργειακού σχεδιασμού, από τα πράγματα, ξανανοίγει και καθώς νέα στερεότυπα (πυρηνική ενέργεια, φυσικό αέριο) τείνουν να πάρουν τη θέση του λιθάνθρακα, θα ήταν αφελής κανείς να πιστέψει ότι η υπόθεση κρίθηκε εδώ.
Ένα νέο πεδίο κοινωνικών και πολιτικών αγώνων θα έχει ως υπόβαθρο τα ζητήματα της ενέργειας, της χρήσης των φυσικών πόρων και των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον. Σε αυτό το πεδίο, και στην πράξη, μένει να απαντηθεί το ερώτημα.
Στο ίδιο πεδίο θα δοκιμαστούν και οι κινήσεις των πολιτών, οι οποίες καλούνται (τώρα που εξέλιπε ο ορατός κίνδυνος) να αποδείξουν αν έχουν ενσωματώσει το απαραίτητο απόθεμα γνώσης, εμπειρίας και αυτοπεποίθησης, ώστε να συνεχίσουν να είναι ζωντανοί οργανισμοί άμεσης κοινωνικής έκφρασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου